Δευτέρα 13 Απριλίου 2009

Η εβδομάδα των αμνοεριφίων.


"'Aαααααααλαλα τα χείιιιλη των κατσικιώωωωωωωωωωων..."

Τέκνα μου! Αδέρφια μου! (Ναι μανίτσα και συ πίσω με το βαθύ ντεκολτέ.. σσσσσσπω μετά)

Όπως δεν θα γνωρίζετε κατά πάσα πιθανότητα -και όχι από δικό σας σφάλμα, αλλά επειδή αυτά που θα σας πω μου απεκαλύφθησαν αποκαλυπτικώς χτες βράδυ κατά τις 11 και αφού είχα σαβουρώσει 5 σουβλάκια χοιρινά, μια γαβάθα πατάτες, ένα χοντροκομμένο κρεμμύδι και μπολικη μουστάρδα με ταμπάσκο- σήμερα ξεκινάει η εβδομάδα των αρνιών-κατσικιών-εριφίων γενικότερα.


Ενεφανίσθη που λέτε εν τω μέσω της στομαχικής και πνευματικής μου ραστώνης - και κατά τη διάρκεια προβολής επεισοδίων του House Μ.D - όραμα τρανό και μεγάλο και μέγα και τρανό. Και υπήρξαν πολλές κραυγές και αλλαλάζουσες φιγούρες γύρω τριγύρω. Και ο σκύλος μου έκλασε μπάμιες. Και οι γυμνοσάλιαγκες στον κήπο εστάθησαν όρθιοι, με τις κεραίες τους να πάλλονται στο ρυθμό της Μακαρένα που είχε βάλει ο απέναντι απάλευτος γείτονας βραδιάτικα. Και άνθισε το θυμάρι και το δεντρολίβανο. Μόνο η γλάστρα με τις καυτερές πιπεριές έμεινε ανέγγιχτη και άσπιλη και πράσινη μεν, άνευ ανθέων δε. Και τότε κατάλαβα ότι επρόκειτο περί θαύματος και ότι επέκειτο αποκαλυπτική αποκάλυψις αποκεκαλυμένων γεγονότων που μέχρι τούδε (χτες βράδυ δηλαδή κατά τις 11) ήτο άγνωστα στην ανθρωπότητα, είτε ξεχασμένα στο βάθος της σκόνης του χρόνου και των αραχνοϋφαντων ιχνών που αφήνουν οι αιώνες στο πέρασμά τους από τις γενετικές μνήμες της συνείδησης ανθρώπων τε και κτηνών και φυτών και ανθρώπινων φυτών και ζώων τετράποδων, εντελώς κατά σύμπτωση όρθιων.

Και μέσα σε καπνό πολύ και τσίκνα και μυρωδιά από ρίγανη και πάπρικα ενεφανίσθηκε ον τί περίεργον μεν και πρωτοφανές και εκτός κάθε πραγματικότητας η οποία θα έκανε πιστευτή την ύπαρξή του -εκτός αν πρόκειται για αμετροεπή θρησκοληψία και εγγενή χαζομάρα-. Οπότε και δεν πίστεψα επ ουδενί την ύπαρξή του και με βροντερή φωνή ανέκραξα

"Γαμώ την ατυχία μου μου έκατσε το παπρικοτσίλι με το ταμπάσκο στο στομάχι, που ναι μια σόδα μη γ...". Και αμέσως το περίεργο ον εξηφανίσθη μέσα σε ένα τοροειδές σύννεφο λογικής συμπερασματολογίας.

ΑΛΛΑ δεν την είχα γλυτώσει τόσο εύκολα. Οι από πάνω, οι ανθυποτέτοιοι του Σουβλακέα (των οποίο το όνομα είναι αφάτως ιερό για να αποκαλυφθεί στους Γήινους, και έτσι και αλλιώς πολύ πολύπλοκο για να προφερθεί από όντα που δεν διαθέτουν δύο γλώσσες και μουσούδι που καμπυλώνει προς τα δεξιά και κάτω - οπότε και ονομάζονται απλά ανθυποτέτοιοι - λέξη που τους κάνει να γελάνε μια και σημαίνει "ένα λαχανικό με παραδόξως άσεμνο για μερικά δόγματα σχήμα" στη γλώσσα του Σειρίου), που λέτε οι από πάνω ανθυποτέτοιοι του Σουβλακέα απεφάσισαν πως οι θαυματουργές εμφανίσεις όντων που σκέφτηκαν να σχεδιάσουν την ώρα της αφόδευσης, δε θα έπιαναν σε μένα λόγω εξαιρετικής χρήσης της Ρασσέλιας λογικής, οπότε και μου απεκάλυψαν τα περί της εβδομάδας των αρνιών με τη μέθοδο της αυτόματης εμβάπτισης των νευρώνων μου σε ιερή και μυστική γνώση. Η εμβάπτιση αυτή για να γίνει όμως χρειάζεται πρώτα σοβαρή εμβάπτιση του στομαχιού και του συκωτιού μου σε αλκοολούχα διαλύματα που δρουν ως καταλύτες, όπερ και εγένετο πολύ γρήγορα μια και φρόντισαν να με πιάσει και μια ακατανίκητη δίψα για μπύρα.

Μετά από 28 κουτάκια μπύρα που λέτε, όλα ήρθαν και έδεσαν και απεκαλύφθη πλέον εις τους νευρώνας μου η απίστευτη ιστορία της εβδομάδας των αμνοεριφίων.


Η ιστορία μας λαμβάνει χώρα στα Καλύβια της Μεσογαίας, την εποχή της βασιλείας του Αλκαμένη του Κουτσού και 450 χρόνια πριν εφευρεθεί το μπαστούνι -οπότε και ο Αλκαμένης είχε μεγάλα προβλήματα να περιφέρεται στο "βασίλειό" του - που μεταξύ μας αποτελούνταν από 14 μάλλον μετρίου μεγέθους στάνες, 7 βοσκούς, τις 3 γυναίκες τους που μοιραζόντουσαν εναλλάξ και ένα μάλλον ασθενικό τσοπανόσκυλο, το Χλέμπουρα. Εις εκ των βοσκών, ο περίφημος Ερίφιος, ο γιός του Παπρίκιου του Μεγαλοψήστη, γιου του Πιττόγυρου του Εκδοροσφαγέα της οικογένειας των Γαρδουμπηδών, ήταν αλαφροϊσκιωτος και έβλεπε παντού φαντάσματα, ιπτάμενους δίσκους, ιπτάμενα τετράγωνα, σερνάμενα τρίγωνα και τα λοιπά και τα λοιπά. Όπως θα λέγαμε στις μέρες μας δηλαδή "μαλάκας με περικεφαλαία" - και είχε και περικεφαλαία. Ευτυχώς που δεν είχε κανάλι και εκπομπή γιατί θα λεγόταν ------------ (γνωστό όνομα δημοσιογράφου - άσκηση για το σπίτι). Ο Ερίφιος λοιπόν ήταν ό,τι δεν ήθελε ο πατέρας του να γίνει ποτέ. Ο κυρ Παπρίκιος το χε μεγάλο γινάτι που ο γιός του είχε βγει ψιλολούγκρα και αλλοπαρμένος και ντυνόταν σαν 50αρα μουρλοκακομοίρα τραγουδιάρα που θέλει απεγνωσμένα να ξαναγίνει 20 και παίρνει κιλά κόκα, έστω και αν ήταν μόνο 20. Ήθελε λοιπόν να τον κάνει το γιό του παλλικάρι. Και όχι τίποτα άλλο, αλλά ο νεαρός Ερίφιος είχε γίνει και χορτοφάγος! Μεγάλη η ντροπή για το τιμημένο σπίτι αυτής της εξαιρετικής φαμελιάς των Μεσογείων. Περιττό να πούμε -όπως θα καταλάβατε και από την ονοματολογία της οικογένειας, ότι οι Γαρδουμπήδες ήταν σουβλακιστές και μάλιστα από τα πλέον σεβαστά μέλη στην κοινότητα. Οπότε ήταν μεγάλο το όνειδος, το ηθικό άχθος που ενοιωθαν όταν ο Ερίφιος περπάταγε στο δρόμο ντυμένος σαν ντανταϊστική λατέρνα και τραγούδαγε σκυλάδικες παπαριές.
Ο κυρ Παπρίκιος όμως απεφάσισε σε μία εβδομάδα να τον κάνει άνθρωπο και πιστό σουβλακιστή. Το σχέδιό του ήταν ύπουλο, στρωτό και χειρουργικής ακριβείας, σίγουρο να πετύχει μέχρι το επόμενο Σάββατο, λίγο πρίν τις 12 τα μεσάνυχτα.
Δευτέρα : Ο Παπρίκιος είχε επικοινωνήσει με όλους τους τριγύρω γεωργούς και διανομείς χόρτων και λαχανικών και με όλους τους διανομείς τυροκομικών και γάλακτος. Επίσης εξαφάνισε από το σπιτι όλα τα χορταρικά, ακόμα και τη ρίγανη, το ψωμί και το λάδι. Ψέκασε και με κώνειο τα φυτά τριγύρω από τη στάνη. Όταν ξύπνησε ο Ερίφιος λιμασμένος, δε βρήκε τίποτα στα ντουλάπια για να φάει, εκτός από παϊδάκια. Με μια κραυγή σιχαμάρας έτρεξε έξω στην αυλή, όπου ο κυρ Παπρίκιος είχε αράξει με τους κολλητούς του και ψήνανε παϊδάκια, μπριζολάκια, μπιφτέκια, κεμπάπ και τσακίζανε ένα κοκκινέλι διαμάντι. Αηδιασμένος ο Ερίφιος κλείστηκε στο δωμάτιό του, αρνούμενος να συμμετάσχει σε αυτό το "μακελειό" όπως κλαίγοντας τσίριζε. Ο κυρ Παπρίκιος με τους φίλους του ξεκωλιάστηκαν στο φαϊ, έγιναν πίτα και πήγαν αργά το βράδυ σε κάτι φιλόξενες κοπέλες που ζούσαν παραλιακά και νοτιοανατολικά της Αττικής, να "ξεδώσουν" λίγο. Τρίτη : Δεύτερη μέρα κρεατοφαγίας στο ταπεινό σπιτικό των Γαρδουμπηδών. Ο Παπρίκιος έχει φτιάξει ένα κοντοσούβλι 4 μέτρα, έχει 6 κιλά παντσέτα χοιρινή, 35 μοσχαρίσιες και 4 κιλά τζατζίκι. Στην αυλή έχει έρθει όλο το χωριό, μέχρι και ο βασιλιάς. Τρώνε, πίνουν, χορεύουν και περνάνε εξαιρετικά όμορφα. Έχει σκάσει και ο τυφλός με τη λύρα και βαράει κάτι πενιές, άλλο πράμα "όοοοολοι οι θήτες του ντουυυυνιάααααααα", "Πετραδάκι πετραδάκι, χτίζεται Παρθενωνάκι", "Πάρε το χιτώνιό μου" "Το καράβι από την Περσία" και τέτοια. Γίνεται τρελλό πατιρντί. Ο Ερίφιος κλεισμένος στο δωμάτιό του πεινάει και πονάει. Ο πονηρός πατήρ φροντίζει να του ρίχνει ελάχιστες σταγόνες καθαρτικό στο νερό του ώστε να αδειάσει το σύστημα και να αποτοξινωθεί από τα χορταρικά. Ο Ερίφιος περνάει στερητικό σύνδρομο. Βλέπει γουρούνι και ονειρεύεται μαρούλι
Τετάρτη : Η προσθήκη εξαεριστήρα στη σχάρα που συνδέεται με το δωμάτιο του Ερίφιου είναι πλέον γεγονός. Τώρα πλέον η ντροπή της οικογένειας μυρίζει τσίκνα όλη μέρα. Ο πατέρας έχει ξεφύγει τελείως. 15 αρνιά, 20 κατσίκια, γίδα με ντομάτα, γιδόσουπα, κοκορέτσια, κοντοσούβλια, κεμπάπ, μπιφτέκια, της Ποπέας γίνεται. Έχουν μαζευτεί και από τα γύρω χωριά και τρώνε του σκασμού. Πολλοί λιποθυμάνε, άλλοι δε μασάνε και τσακίζουν τα κοψίδια συνοδεύοντάς τα με κιλά κοκκινέλι. Φέρνουν και από το σπίτι τους ποτήρια, πιάτα, καρέκλες, πηρούνια, γιατί δε φτάνουν. Ο Ερίφιος το βράδυ πιάνει τον εαυτό του να ξερογλείφεται στο παράθυρο και πέφτει κλαίγοντας στο κρεβάτι του να κοιμηθεί υπό τους ήχους κλαρίνων και λυρών. Η Τετάρτη αυτή ονομάζεται Τετάρτη του Ξελιγωμένου.
Πέμπτη : 4 χωριά, 6 κοινότητες, 2 δήμοι έχουν μαζευτεί σε ένα από τα μεγαλύτερα γλέντια στην ιστορία του χωριού -που είχε ιδρυθεί πριν 30 χρόνια αλλά λέμε τώρα-. Γύρω στα 1200 άτομα έχουν σκάσει μύτη και σήμερα κουβαλάνε και φαϊ μαζί τους. Η ψησταριά τώρα έχει επεκταθεί. Είναι ένας τεράστιος λάκκος, 30 μέτρα μάκρος, 8 πλάτος και 50 πόντους βάθος. Πάνω της ψήνεται η μισή κτηνοτροφική παραγωγή του νομού. Δεν υπάρχουν αξιοπρεπείς μαρτυρίες για το πόσο κρέας φάγανε εκείνη τη μέρα, αλλά ο μπακάλης του χωριού ισχυρίζεται ότι τους πούλησε 56 κιλά αλάτι και 45 κιλά πιπέρι για να τα αλατοπιπερώσουν. Καταλαβαίνετε πόσο φάγανε.
Ξαφνικά,σιωπή. Η πόρτα ανοίγει και ένας αναμαλλιασμένος Ερίφιος βγαίνει έξω, με το μάτι να γυαλίζει και σαλάκι να τρέχει από το στόμα του. Ο κόσμος μένει άναυδος. Σταματάνε τα μασουλήματα, τα πιπιλίσματα, οι φυσαρμόνικες στα παϊδια και τα ρουφήγματα. Λιπάκι τρέχει από τις γενειάδες στις σαλιάρες. Χωρίς να πει λέξη ο Ερίφιος πλησιάζει τον πατέρα του, του αρπάει από τα χέρια ένα κατσικίσιο μπούτι και το τσακίζει. Χαμός! Η ορχήστρα αρχίζει να βαράει ανελέητα το χιτάκι της εποχής "Δως μου δως μου δως μου, το αρνί σου". Ο συγκινημένος πατήρ ξεσπάει σε δάκρυα περηφάνειας και οι χωριανοί του δίνουν συγχαρητήρια.
Παρασκευή : Ο Ερίφιος σηκώνεται πρωί πρωί και βοηθάει τον πατέρα του να δέσει τα αρνιά στις σούβλες, να κόψει κλήματα για τα κάρβουνα και να φτιάξει τα κοκορέτσια. Το γλέντι είναι μεγαλύτερο και από το χτεσινό. Το σπίτι τους μοιάζει με την κεντρική πλατεία του Οκτόμπερφεστ. 13 ορχήστρες, 1450 καρέκλες, 11 τόνοι κρεατικά και 3 τόνοι κρασί. Το βράδυ περιφέρουν τις σούβλες στο χωριό και κερνάνε κρέας και κρασί όσους δε μπορούσαν να έρθουν στο σπίτι να φάνε. Ο Ερίφιος είναι ντίρλα και χορεύει βαλς αγκαλιά με ένα ψητό κατσίκι το οποίο και σαβουρώνει μόνος του.
Σαββάτο : Ο Ερίφιος ξυπνάει και αφού τσακίζει λίγο ζεσταμένο κοντοσούβλι και ένα κιλό κρασάκι ανακοινώνει στον πατέρα του ότι θέλει να προετοιμάσει ένα αρνί, για να το φάνε μόνοι τους αύριο, Κυριακή. Ο πατέρας του του δίνει την πατροπαράδοτη χαντζάρα και μέχρι τις 12 το μεσημέρι ο Ερίφιος έχει σφάξει 48 αρνιά και 32 κατσίκια, τα οποία και μοιράζονται στο χωριό. Ο πατέρας του τρέμει από συγκίνηση. "Ο γιός μου ήταν νεκρός και αναστήθηκε. Ήταν μια αποτυχημένη τσομπανολούγκρα και έγινε άντρας βαρβάτος και τεστοστερονάτος. Γιορτάστε μαζί μας". Στο βραδυνό πάρτυ, λίγο πριν τις 12, ο Ερίφιος τίρλα και με κοιλιά τούμπανο χορεύει αγκαλιά με γκομενάκι φίνο και με προφανή έλλειψη σεξουαλικών αναστολών. Λίγο πριν τις 12, την παίρνει στο δωμάτιό του και στις 12 ακριβώς ακούγονται από το δωμάτιο κραυγές ηδονής και χαράς. Πανζουρλισμός στο πάρτυ. Όλο το χωριό, το διπλανό χωριό, το απέναντι χωριό, οι Άνω Γκατζουρέοι, οι Κάτω Γκατζουρέοι, οι Δώθε Γκατζουρέοι, οι Κείθε Γκατζουρέοι, μέχρι και οι Θήβες, τα Εκβάτανα, η Περσέπολη, οι Συρακούσες, η Αντίπολη, η Τερψιθέας και οι Στήλες του Ηρακλέους σείονται από τον ήχο των κροτάλων και των σουβλών που κρούονται μεταξύ τους από τους αλλόφρονες παρτυάνιμαλς. "Ο Ερίφιος πήδηξε, ο Ερίφιος πήδηξε" σκούζουν όλοι αναψοκοκκινισμένοι και το ρίχνουν σε έναν άνευ προηγουμένου Μαραθώνιο κρεατοφαγίας και οινοποσίας. Το πρωί της Κυριακής τους βρίσκει όλους να ροχαλίζουν αγκαλιά.
Κυριακή : Ο Ερίφιος ξυπνάει με το γκομενάκι αγκαλιά. "Σήκω μωρή πατσόλα και φτιάξε μου έναν καφέ να ανοίξει το μάτι και φέρε μου και τα τσιγάρα". Ο πατέρας του ακούει από δίπλα και έχει χεστεί στο κλάμα. Σηκώνεται, πάει στο κρεβάτι του γιού του και του λέει συγκινημένος "Αγόρι μου, είσαι πλέον άντρας. Άμα την καταφέρεις να σου πλένει και τα σώβρακα θα είσαι Ο άντρας εδώ τριγύρω και φωτεινό παράδειγμα εις τους αιώνας. Σε παρακαλώ όμως πες το και στη μάνα σου γιατί μου χει βάλει τα δυό πόδια σε ένα παπούτσι και μου χει φύγει ο τάκος στο πλυσταριό". Ο Ερίφιος με ένα στριφτό κρεμασμένο στα χείλια του, ξύνει το 6 ημερών γένι του και χαμογελάει μυστηριωδώς.
"Όλα θα γίνουν πατέρα. Αλλά πρώτα από όλα άει έξω και άναψε φωτιά, να πάω να σουβλίσω το αρνί να το βάλουμε να ιδρώνει σιγά σιγά, γιατί θέλω κατά τις 2 να τρώμε. Το βράδυ θα πάρω τη μηχανή και θα πάω τη ... τηηηη... τη.... ΠΩΣ ΣΕ ΛΕΝΕ ΜΩΡΗ?"
"Ευρυπρώκτη"
"..την Ευρυπρώκτη για κανα παϊδι στη Χασιά".
"Γιε μου γιέ μου.."

Από τότε οφείλουμε να εορτάζουμε με τον ερχομό της Άνοιξης την εβδομάδα των αμνοεριφίων, εις μνήμην της μετατροπής του Ερίφιου από χαμένο χορτοφάγο σε εξαιρετικά καμμένο άντρα και μέγιστο κρεατοφάγο.
Ο Ερίφιος και η Ευρυπρώκτη έζησαν μαζί 1200 χρόνια, ευλογημένοι από το Μέγα Σουβλακέα, χωρίς ποτέ να τους πλήξουν οι εφιάλτες της Χοληστερίνης και της Μπυροκοιλιάς.

Μάθετε από αυτούς. Ίσως και να ζουν κάπου ακόμα ανάμεσά μας.

+Σουβλόγησον+