Πέμπτη 17 Ιανουαρίου 2008

Η Σουβλίβλος, Γέννεσις ΙΙ


Αρχαίο αντίτυπο της Σουβλίβλου, διασωθέν εκ βαρβαρικών χειρών


Γέννεσις Κεφ.2

(.... χαμένα αποσπάσματα της Σουβλίβλου, κατακαυθέντα ύπο την μήνιν των απίστων βαρβάρων. Λόγιοι υποθέτουσι πως στα αποσπάσματα ούτα, περιγράφεται η δημιουργία των Σουβλοπλάστων, του Σουβλάμ και της Γυρεύας, των γεννητόρων των ανθρώπων..)

Και την Τέταρτη ημέρα της Δημιουργίας ο Σουβλακεύς εδημιούργησε την Σουβλαντάθ, έναν παράδεισο επί σύμπαντος, όπου τα σουβλάκια δεν είχαν χοληστερίνη, το αλκοόλ δε μεθούσε και έρεε ελεύθερο, και αι γυναίκες διέθετον διπλό διαφορικόν και ετραβούσαν στην ανηφόρα. Εκεί, οι Σουβλόπλαστοι θα ημπόρουν να εχαζολογούν ολημερίς, να ελάμβανον μέρος εις πλείστα τσιμπούσια, και να επιδίδοντο εις γεννετήσιας πράξεις χωρίς αιδώ, αλλά όχι εδώ, λίγο πιο πέρα.

Και την Πέμπτη ημέρα της Δημιουργίας ο Σουβλακεύς απεφάσισε να αναπαυθεί, διότι ερχόταν Παρασκευοσαββατοκύριακον και επιθυμούσε σφόδρα όπως συμφάγει και συμπιεί μετά των κολλητών του.

Και ανέκραξε εις τον Κόσμο

«Σήμερον εστί ημέρα Πέμπτη, ημέρα ιερά. Τουτέστην θα συμμαζευτώμεν όλοι εντός του μεγάλου κεντρικού Σουβλατζίδικου της Σουβλαντάθ και θα ψήσωμεν μέχρι τελικής πτώσεως πλείστα κρεατικά, μέχρις η ιερή τσίκνα να πνίξει τους ουρανούς και τους πλανήτας. Απο τούδε και εφεξής η Πέμπτη θα είναι μέρα αργίας και θα ονομάζεται Τσικνοπέμπτη, καθότι κάθε Πέμπτη θα ψήνομεν τα κέρατά μας τα δίφορα.»

Και όλοι ήτο ευχαριστημένοι και υπερβολικώς χορτασμένοι. Και αυτό ήτο καλό.

Το Παρασκευοσαββατοκύριακο επειδή ο Σουβλακεύς ήτο κουρασμένος από το τσιμπούσι της Πέμπτης, εσκέφθη να οργανώσει και άλλα τσιμπούσια. Και αυτό ήτο καλύτερον.
Όμως όπως εις όλας τας περιπτώσεις, η χαζομάρα του ανθρώπου εκέρδισε εις το τέλος και του εκόστισε πικρά και πολύ.

Ο Σουβλάμ και η Γυρεύα καλώς επέρναγαν εις την Σουβλαντάθ και ειδικότερα ο Σουβλάμ που ετσάκιζε τόνους κρεατικών μετά μουστάρδας και πάπρικας και γιαουρτοσκορδίου και έπινε ως νεροχύτης. Στα διαλείμματα εβάτευε ποικιλοτρόπως την Γυρεύα, εξηγώντας της τι εστί σουβλίκοκο. Η Σουβλαντάθ αντηχούσε από τας πρωτόγονας ερωτικάς κραυγάς όπως «έλα μανίτσα να δεις τι σούβλα έχω γω», «Κεμπαπάκι Κεμπαπάκι τι ωραίο εκωλαράκι», «Αγόραρε θα καούν τα κάρβουνα, θα ανάψουνε οι θράκες», «Σκύψε σουβλισμένη» και τα ελοιπά και τα ελοιπά.

Όμως πνεύμα κακό, πνεύμα μιαρό, πνεύμα αμαρτωλό επαρακολούθην την ευτυχίαν και την άμετρον ευωχίαν των Σουβλοπλάστων. Κρυμμένη εις τας σκιάς των δένδρων, η Μεγάλη Εξαντλοδίαιτα επαραμόνευε και δολοπλοκούσε.

Ώσπου μέρα τινά, μεταμορφωμένη εις ανορεξικόν μονδέλον, και με τις κοκκάλες τις να προεξέχουσι εκ των λαγόνων της επλησίασε την Γυρεύα.

«Καλημέρα Γυρεύα», είπον η Εξαντλοδίαιτα

«Καλημέρα άρρωστο κοριτσάκι», απήντησε η Γυρεύα
«Άρρωστη; Moi; Τι λες καλή μου; Εγώ είμαι υγιέστατη, μέσα στη μόδα, μπορώ να φορέσω φορεματάκια γκέι μόδιστρων και δεν έχω κυταρίττιδα. Ενώ εσύ...»

«Εγώ ΤΙ;»

«Ε έχεις αρχίσει και σπας. Κοίτα λίγο τα μπουτάκια σου, κοίτα λίγο την όψην φλοιού πορτοκαλιού που αχνοφαίνεται εις τους γλουτούς σου»

Η Γυρεύα ετρομοκρατήθην. Ήξευρε ότι διαθέτει κορμάρα, αλλά η έμφυτη ανασφάλειά της επανηστάτησε με τη βοήθεια της Εξαντλοδίαιτας.

«Δεν έχω κυταρίττιδα και ο Σουβλάμ μου γουστάρει τα τρυφερά μου τα καπούλια» εψέλισσε αλλά άνευ σιγουριάς

«Τώρα τα λατρεύει. ΑΛΛΑ με τόσα μεζεδάκια που κυκλοφορούν στη Σουβλαντάθ, κανείς δε γνωρίζει πότε θα παρατήσει τα δικά σου τα καπούλια δια τα καπούλια κάποιας νεότερης και ομορφότερης Δαμάλας.»

Αυτό ήτο το τελειωτικό χτύπημα. Η Γυρεύα ετρομοκρατήθην.

«Και τι πρέπει να κάνω;» ερώτησε μυξοκλαίγοντας

«ΔΙΑΙΤΑ» ήτο η αφοπλιστική και με ένα τόνο θριάμβου απάντηση.

«Και πως γίνεται αυτό;»

«Ορίστε φάε αυτό, είναι μια ρυζογκοφρέτα. Θα τρώς μονο τέτοια, μαρούλια,βρύα και λειχήνες και θα πίνεις πολύ νερό. Και ο Σουβλάμ ποτέ δε θα κοιτάξει άλλη»

Και τότε η Γυρεύα έκανε το μοιραίο λάθος. Δάγκωσε τη ρυζογκοφρέτα

«Μα αυτό δεν έχει γεύση»

«ΝΑΙ αλλά δεν έχει και κυταρίττιδα!»

«Ε...Ε..εντάξει εντάξει...»

Οι δρόμοι τους εχώρισαν και η Γυρεύα πήγε να βρει τον Σουβλάμ, που κάπου εκεί θα ετελείωνε το μεσημεριανό του και θα ήθελε καναν πήδουλο πριν ξεραθεί ίνα φουσκώσει ασκιά ονειρευόμενος πήδουλους και σουβλάκια.

Όμως, φεύ! Αλί και τρισαλί, ο παντογνώστης Σουβλακεύς επαρακολούθη και εξεμαίνετο!

Ο ουρανός εσκοτείνιασε, τα φύλλα από τις μπανανιές κοκκίνισαν, τα χοιρομέρια εσάπισαν και οι θράκες έσβησαν. Μέχρι και αι μπύραι ζεστάθησαν και ο αγνός αφρός τους εχάθη.

Και φωνή μεγάλη αντήχησε εις την Σουβλαντάθ

«Σουβλάααααααααααμ. Τι ποιείς αχάριστο όν;»

«Χωνεύω τρισμέγιστε»

«Ελάτε και οι δύο αμέσως εδώ! ΤΩΡΑ»

Ο Σουβλάμ δεν ετρομοκρατήθη, δεν ήξευρε. Εσκούπισε λίγο γιαουρτοσκόρδιον από το σαγόνι του και εξεκινησε δια την αίθουσα του θρόνου.

Μετά από λίγο έφτασε, σχεδόν ταυτόχρονα με τη Γυρεύα.

Και ο Μέγας Σουβλακεύς εβροντοφώναξε :

«Σας έδωσα τα πάντα. Σας ηγκάλιασα και σας ηγάπησα. Σας εφέρθην ως στοργικός πατέρας και εσείς με επροδώσατε με το χειρότερο τρόπο!»

Ο Σουβλάμ έμεινε άναυδος, δεν ήξευρε περί τίνος επρόκειτο.

Όμως η Γυρεύα έσκυψε το κεφάλι ντροπιασμένη.

«Τα σουβλάκια δεν είχον χοληστερίνη. Η Κυταρίττιδα δεν υπήρξε ούτε ως ιδέα στα προσχέδια του κόσμου. Και ΕΣΥ Γυρεύα, τρώς ρυζογκοφρέτες;;;;;»

Σείστηκαν οι ουρανοί και άρχισε να βρέχει. Και η βροχή ήτο πικρή και άνοστη, ως φυτικόν τσάι.

Ο Σουβλάμ ανέκραξε εν μέσω λυγμών «Μωρή σαλούφα, μωρή τρώγλη, μωρη μουρλοκακομοίρα τι πήγες και έκανες;»

«Η Εξαντλοδίαιτα με έπεισε να κάνω δίαιτα γιατί μου είπε οτι αλλιώς θα γουστάρεις άλλα γκομενάκιαααααααααα» απήντησε κλαίγοντας η Γυρεύα.

«ΠΟΙΑ ΡΕ; Αυτη η σκελετωμένη πατσαβούρα που βόσκει λαχανικά και τέτοια; ΕΙΣΑΙ ΚΑΛΑ ΜΩΡΗ ΒΛΑΜΜΕΝΗ; Θα λάβουμε τον πούλον τώρα δια τας μαλακίας σου»

«Δίκιο έχεις Σουβλάμ, ρυζογκοφρέτα εβρώσατε, τον πούλο θα λάβετε. Οξω από την Σουβλαντάθ. Οι πύλες της κλειστές εισί δια εσάς και τους απογόνους σας απο τούδε. Και θα μείνει στην Ιστορία ως η Άγνωστη Σουβλαντάθ και θα την εψάχνουσι απεγνωσμένα γεννεαί και γεννεαί των παίδων σας. Και τα σουβλάκια θα έχουν λίπη και χοληστερίνη, και οι μπύρες θα παχαίνουσι και θα προκαλούν δυσπεψία και κλανίδιον. Και το τζατζίκι σας θα είναι πικρό και με λίγο σκόρδο. Όσο για σένα Γυρεύα, οι κόρες σου θα πάσχουσι απο κυταρίττιδα άμα τρων κρέατα, και οι κώλοι τους θα μεγαλώνουν και θα διπλαρώνουν τα σαγώνια τους. Και θα είναι καταδικασμένες να κάνουσι συνεχώς δίαιτα, αφού αυτό επιθυμείς δια αυτάς. Και θα τη σταματούν μόνο όταν υπανδρευθώσι, οπότε και θα έχουν δέσει τον μαλάκα των και τότε θα γίνονται ως γουρούνια όπως αυτά που σφάζουμε εδώ δια τα σουβλάκια μας. Και οι γιοί σου θα βγάλουν τρίχες στα αυτιά και στο πρόσωπο, οι μπύρες θα συσσωρεύονται εις τας κοιλιάς των, και ο ιδρώτας τους θα μυρίζει σκόρδο και πάπρικα. Και θα ανησυχώσι εάν ικανοποιούν τας κορασίδας εις το σεξιον, και αυτές θα είναι ανικανοποίητες εκτός αν ηγοράζουν μηχανήματα που λειτουργούσι μετά μπαταριών. Και λίγοι μόνο θα σας ανέχονται και θα σας κάνουν έρωτα όλο τρέλλα. Και οι κόρες σου θα ηναγκάζονται να ηπανδρεύονδαι πλούσιους και ανάξιους γαμβρούς ίνα γεμίσουν το κενό εις τας κοιλιάς τους και εις τας ψυχάς τους, με Μανόλο Μπλάνικ και Λουί Βιττόν.

Τον πούλο ελάβατε, μαρς και όξω απο δω ζαγάρια»

Και οι Σουβλόπλαστοι απεπέμφθησαν εκ της Άγνωστης πλέον Σουβλαντάθ και εκατέβησαν εις την γην.

Και ο Σουβλάμ εκατέβαζε σε όλο το δρόμο καντήλια εις την Γυρεύα, και δεν υπήρχε ούτε μια καντινα της προκοπής στη διαδρομή, ούτε ένα καλοψημένο σουβλάκι, ούτε μια παγωμένη μπύρα.

Και ο Μέγας Σουβλακέας έκατσε εις τον θρόνον του, άνοιξε μια παγωμένη μπύρα, ήπιε και εδάκρυσε.

Και αυτό ήτο κακό.

4 σχόλια:

Zaphod είπε...

Προσκυνώ σε προφήτη!!

Humma Kavula είπε...

Σιγά σιγά η ΑΛΗΘΕΙΑ αποκαλύπτεται στην ανθρωπότητα. ΕΥΓΕ! Θα οσμιστώ καπνούς τσικνσιμένου κρέατος και θα αιθεροβατήσω σύντομα.

Zaphod είπε...

Αναμένομεν εναγωνίως!

Ellie είπε...

Μάαααααλιστα!!! Τώρα ξέρω τουλάχιστον ποια πρέπει να κατηγορώ για την κυτταρίτιδα...!!Κατά τα λοιπά, προσκυνώ!!!